- Δράκοντ'
- Δράκοντα , Δράκωνdragonmasc acc sgΔράκοντι , Δράκωνdragonmasc dat sgΔράκοντε , Δράκωνdragonmasc nom/voc/acc dual
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δράκοντ' — δράκοντο , δέρκομαι see clearly aor ind mid 3rd pl (homeric ionic) δράκοντα , δράκων dragon masc acc sg δράκοντι , δράκων dragon masc dat sg δράκοντε , δράκων dragon masc nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ALATI — Dracones, apud Poetas passim occurrunt. Lucan. l. 9. v. 729. ducitis altum Aera cum pennis Hinc currum Cereris alatis draconibus vehi finxêre: Orpheus in Hymno Cereris, Α῞ρμα δρακοντέιοσιν ὑπόζεύξασα χαλινοῖς, Currui (volucrium) draconum Frena… … Hofmann J. Lexicon universale
-ίας — επίθημα με μεγάλη παραγωγική δύναμη ήδη από την Αρχαία Ελληνική, που εμφανίζεται μέχρι σήμερα σε λ. με ποικιλία σημασιών. Ανάγεται σε ΙE * iyā και μαρτυρείται σε λίγες λ. ήδη στον Όμηρο, ενώ χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα στην ιων. αττ. και στην Κοινή … Dictionary of Greek
-ίαση — (ΑΜ ίασις) κατάλ. πολλών θηλ. ουσ. τής Ελληνικής που αποτελεί επηυξημένη μορφή τής κατάλ. σιc και προήλθε με απόσπαση τού ια τών ρ. σε ιάω, ιώ πρβλ. βουλιμ ία σις < βουλιμ ιά ω, ιώ, δειλ ία σις < δειλ ιά ω, ιώ, μειδ ία σις < μειδ ιά ω,… … Dictionary of Greek